unchastity$86566$ - translation to γερμανικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

unchastity$86566$ - translation to γερμανικά

SEXUAL CONDUCT OF A PERSON THAT IS DEEMED PRAISEWORTHY AND VIRTUOUS
Unchaste; Chastening; Unchastity; Vow of chastity; Proof of Chastity; Sexual purity; Chastity vow
  • [[Allegory]] of chastity by [[Hans Memling]]
  • "Of the excellences of the virtue of Chastity" (José de Jesús María, 1601).

unchastity      
n. Unkeuschheit

Ορισμός

Chastity
·noun Moral purity.
II. Chastity ·noun The unmarried life; celibacy.
III. Chastity ·noun Chasteness.
IV. Chastity ·noun The state of being chaste; purity of body; freedom from unlawful sexual intercourse.

Βικιπαίδεια

Chastity

Chastity, also known as purity, is a virtue related to temperance. Someone who is chaste refrains either from sexual activity considered immoral or any sexual activity, according to their state of life. In some contexts, for example when making a vow of chastity, chastity means the same as celibacy.